Πέμπτη 21 Φεβρουαρίου 2008

ΕΝΟΤΗΤΑ 7: ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΕΝΗΛΙΚΩΝ

Μελέτη ενός περιστατικού
Η ιδέα υλοποίησης της παρούσης εργασίας προέκυψε μέσα από τις αγωνιώδεις σκέψεις που με διακατέχουν σε σχέση με τον επικείμενο ρόλο μου ως εκπαιδευτή ενηλίκων στο πρόγραμμα επιμόρφωσης εισαγωγής των Τ.Π.Ε στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση.
Για να διατυπώσω τις σκέψεις μου επέλεξα μια μελέτη περιστατικού, που πιθανά να μην είναι και πολύ φανταστικό, και άρα θα το αντιμετωπίσουμε οι ποιο πολλοί από εμάς ως επιμορφωτές .
Στο πλαίσιο του περιστατικού είναι η αντιμετώπιση των προβλημάτων όπως:
Με ποιους τρόπους είναι δυνατόν ένας εκπαιδευτής ενηλίκων να λάβει υπόψη του τα χαρακτηριστικά των εκπαιδευομένων στη φάση της προετοιμασίας του διδακτικού του έργου
Αν ο αρχικός σχεδιασμός του εκπαιδευτή δε ταιριάζει με το μαθησιακό πρότυπο των εκπαιδευομένων πως μπορεί να ανταποκριθεί αποτελεσματικά στις νέες συνθήκες
Πώς μπορούμε να διαγνώσουμε το μαθησιακό πρότυπο των εκπαιδευομένων έτσι ώστε να επιλέξουμε τις κατάλληλες διδακτικές τεχνικές.
Πως θα αντιμετωπίσουμε την περίπτωση που οι συμμετέχοντες ενήλικοι εκπαιδευτικοί δεν είναι έτοιμοι για συμμετοχικές τεχνικές στα πλαίσια της ομαδοσυνεργατικής μάθησης.
που πιθανά θα προκύψουν όταν κληθούμε να υλοποιήσουμε την επιμόρφωση στις Τ.Π.Ε στους συναδέλφους μας.
Η μελέτη περιστατικών στην εκπαίδευση ενηλίκων απαιτεί, την καταρχήν, οριοθέτηση τον χαρακτηριστικών που καθορίζουν τις συνισταμένες αυτών των περιστατικών. Είναι αναγκαίο να ορίσουμε το προφίλ του εκπαιδευόμενου ενήλικα του περιστατικού, την ανάγκη της μάθησης που παρουσιάζουν οι εκπαιδευόμενοι, και τέλος την ιδιαιτερότητα της μάθησης των ενηλίκων εκπαιδευομένων του περιστατικού μας.

Προφίλ του εκπαιδευόμενου ενήλικα
Σκοπός της διερεύνησης του προφίλ του εκπαιδευόμενου ενήλικα είναι η συγκρότηση των χαρακτηριστικών εκείνων που διέπουν τους εκπαιδευόμενους της ομάδας. Κομβικό σημείο είναι ο ορισμός του ενήλικα ώστε να μπορέσουμε κατόπιν να διερευνήσουμε το προφίλ του.
Οι θέσεις και παρατηρήσεις του Rogers σχετικά με το ποιος θεωρείται ενήλικας συνοψίζονται στα εξής (Κόκκος 1999) :
· Ο ενήλικας δεν προσδιορίζεται με βάση την ηλικία.
· Η ειδοποιός διαφορά του ενήλικα συνίσταται στο κατά πόσο βρίσκεται
στην κατάσταση της ενηλικιότητας. Χαρακτηριστικά αυτής είναι η
ωριμότητα, η αίσθηση προοπτικής και ο αυτοκαθορισμός.
· Η ενηλικιότητα δεν μπορεί να επιτευχθεί απόλυτα. Εν τούτοις αποτελεί ένα
ιδανικό που τον ωθεί να γίνει υπεύθυνος και ισορροπημένος. Σημαίνει
κίνηση προς ολοένα περισσότερη αυτοδυναμία.
· Αν θεωρηθεί ότι η είναι εγγενής ιδιότητα των ενηλίκων είναι η τάση προς
την ωριμότητα, την υπευθυνότητα και τον αυτοκαθορισμός , συνάγεται ότι
το σύνολο των εκπαιδευτικών πρακτικών που τους αφορούν πρέπει να
ενισχύει αυτή την τάση.
Τα χαρακτηριστικά του ενήλικα εκπαιδευόμενου μπορούν να συνοψιστούν στα επτά χαρακτηριστικά που αναφέρονται από τον Rogers (Rogers 1999) και είναι τα εξής:
Οι συμμετέχοντες είναι όλοι ενήλικες
Βρίσκονται σε εξελισσόμενη διεργασία ανάπτυξης
Φέρνουν μαζί τους ένα σύνολο εμπειριών και αξιών.
Έρχονται στην εκπαίδευση με δεδομένες προθέσεις
Έρχονται με προσδοκίες όσον αφορά τη μαθησιακή διεργασία
Έχουν ανταγωνιστικά ενδιαφέροντα
Έχουν διαμορφώσει ήδη τα δικά τους μοντέλα μάθησης.
Η ανάγκη για μάθηση
Η ανάγκη για μάθηση πηγάζει μέσα από την προσωπικότητα και χαρακτήρα του κάθε ατόμου, είναι όμως αποτέλεσμα αλληλοδιαπλεκομένων δραστηριοτήτων όπως την προσαρμοστικότητα στις αλλαγές που συντελούνται στο κοινωνικό και πολιτισμικό περιβάλλον, τις μεταβαλλόμενες απαιτήσεις των επαγγελματικών δραστηριοτήτων, τέλος την κάλυψη των εσωτερικών μαθησιακών επιθυμιών που πηγάζουν από προσωπικά ενδιαφέροντα, την τάση για ενηλικιότητα και αυτοεκπλήρωση. Η μάθηση συντελείται σε διάφορα επίπεδα, τα πλέον χαρακτηριστικά μπορούν να κωδικοποιηθούν στα παρακάτω, 1/ νέες γνώσεις που οδηγούν σε νέα κατανόηση, 2/ νέες δεξιότητες σκέψης και μάθησης, 3/ νέες δεξιότητες αντιμετώπισης και επίλυσης προβλημάτων και στρατηγικών επιβίωσης, 4/ εκμάθηση στάσεων και 5/ μάθηση εφαρμογής των νέων γνώσεων, δεξιοτήτων και στάσεων με συνέπεια την αλλαγή συμπεριφοράς. Η μάθηση οδηγεί σε αλλαγές σε τρία επίπεδα της γνώσης , των δεξιοτήτων και των στάσεων (Rogers 1999).
Η ομάδα που θα συγκροτηθεί από τους εκπαιδευόμενους ενήλικες θα περιλαμβάνει ένα ευρύ φάσμα ανθρώπων που ο καθένας πιθανά να ξεκινά από μια διαφορετική αφετηρία σε σχέση με τα χαρακτηριστικά του, την αναγκαιότητα της μάθησης και φυσικά με διαφορετικές προσδοκίες.
Η ιδιαιτερότητα της μάθησης των ενηλίκων εκπαιδευομένων καθηγητών δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης
Οι εκπαιδευόμενοι ενήλικες στο περιστατικό που μελετάμε είναι καθηγητές δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης και συνεπώς μερικά στοιχεία των χαρακτηριστικών τους ευνοούν την μάθηση και άλλα την εμποδίζουν.
Όλοι διαθέτουν τεράστια εμπειρία και γνώσεις για την εκπαιδευτική διαδικασία και το περιεχόμενο της εκπαίδευσης στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση, και επίσης έχουν διαμορφώσει αντιλήψεις – στάσεις πάνω στις οποίες στηρίζουν το έργο τους. Αυτό είναι πλεονέκτημα, γιατί μπορούν να αποτελέσουν σημαντική πηγή για μάθηση και να αξιοποιηθούν οι εμπειρίες και οι γνώσεις για τον εμπλουτισμό του προγράμματος. Επίσης η προέλευση των συμμετεχόντων στο πρόγραμμα στο βαθμό που θα συνδυαστεί με το προς μάθηση αντικείμενο θα διευκολύνει σε σημαντικό βαθμό στην κατανόηση της νέας γνώσης. Ταυτόχρονα όμως πιθανά να αποτελέσει τροχοπέδη του προγράμματος, γιατί οι διαμορφωμένες στάσεις από την πολυετή συμμετοχή τους στην εκπαιδευτική διαδικασία έχουν δημιουργήσει καταστάσεις που δεν ευνοούν την συμμετοχή τους στην πραγματοποιούμενη εκπαίδευση. Είναι τόσο βαθιά ριζωμένες γνώσεις και πεποιθήσεις πάνω στις οποίες έχουν επενδύσει συναισθηματικά, που αποτελούν ανασταλτικό στη συμμετοχή τις νέες γνώσεις και στάσεις.
Οι εκπαιδευόμενοι έρχονται στο πρόγραμμα με προσδοκίες που καθορίζονται σε μεγάλο βαθμό από τις στάσεις τους πάνω στην εκπαίδευση, που έχει διαμορφωθεί από την πορεία του καθένα μέσα σε αυτή. Το πρόγραμμα πρέπει να αξιοποιήσει τις θετικές και να μετασχηματίσει τις αρνητικές, ώστε να διαμορφωθεί ένα κλίμα κατάλληλο για συμμετοχική μάθηση.
Η συμμετοχή στο πρόγραμμα πρέπει να είναι αποτέλεσμα μιας εσωτερικής αίσθηση ανάγκης και ώθησης προς την ωριμότητα, την υπευθυνότητα και τον αυτοκαθορισμό. Συνήθως όμως οι εκπαιδευόμενοι συμμετέχουν επειδή είναι υποχρεωμένοι ή η αίσθηση ανάγκης είναι αόριστη και συγκεχυμένη.
Οι εκπαιδευόμενοι έχουν πολλά άλλα καθήκοντα και δεσμεύσεις, που στην περίπτωση των εκπαιδευτικών του περιστατικού μας συνήθως λειτουργούν υποστηρικτικά στη μαθησιακή πορεία, έχουμε όμως αρκετούς εκπαιδευτικούς που οι εξωτερικές πιέσεις και οι υποχρεώσεις τους μπορεί να είναι ανασταλτικοί παράγοντες στη πορεία της μάθησης.
Η επαγγελματική ενασχόληση με την εκπαιδευτική διαδικασία των εκπαιδευομένων στο πρόγραμμα της μελέτης μας, τους οδηγεί στην υιοθέτηση ενός μαθησιακού τρόπου. Το μοντέλο του ελληνικού σχολείου σήμερα, σίγουρα τους έχει διαμορφώσει τρόπο μάθησης που η συμμετοχή στη διεργασία της μάθησης να θεωρείται δύσκολη έως ανέφικτη.
Τέλος δεν πρέπει να μας διαφεύγει ότι οι εκπαιδευόμενοι στο πρόγραμμα είναι ενήλικες, με το χαρακτηριστικό της ενηλικιότητας, που τους προσδίδει την τάση για αυτοκαθορισμό και έναν δυνητικό δυναμισμό στη διαδικασία της μάθησης.
Ολοκληρώνοντας τα χαρακτηριστικά των εκπαιδευομένων στο εκπαιδευτικό πρόγραμμα του περιστατικού μας, είναι σκόπιμο να αναφερθούμε στη συσχέτιση των χαρακτηριστικών με τα στοιχεία της διαδικασίας της μάθησης, Τα τρία βασικά στοιχεία της μάθησης, όπως συνοψίζονται από την πλειοψηφία την μελετητών (Κόκκος 1999), είναι τα εξής, α/ ενεργητική συμμετοχή των εκπαιδευομένων στη μάθηση, β/ αξιοποίηση των υπαρχόντων εμπειριών και γ/ διάφοροι τρόποι που ο καθένας μαθαίνει.
Η συσχέτιση μας οδηγεί σε ένα συμπέρασμα που εμφανίζει δύο όψεις, από την μία, τα χαρακτηριστικά των εκπαιδευομένων και τα στοιχεία της μάθησης μπορούν να αποτελέσουν μέσα από μία διαλεκτική αλληλεξάρτηση καταλύτες για μια δημιουργική μάθηση, και από την άλλη, να αποτελέσουν τροχοπέδη και ανασταλτικούς παράγοντες στη διαδικασία μάθησης.